Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σιταγέρτης
σιταγωγέω
σιταγωγία
σιταγωγός
σιταῖα
σιταλετικός
Σιτάλκης
σιταποδέκτης
σιταποδοχεῖον
σιταποχία
σιτάριον
σιταρκέω
σιταρκισμός
σιταρχέω
σιτάρχημα
σιτάρχης
σιταρχία
σιταρχώ
σιτεία
σιτένδεια
σιτέομαι
View word page
σιτάριον
a little grain
ShortDef
a little grain
Debugging
Headword:
σιτάριον
Headword (normalized):
σιτάριον
Headword (normalized/stripped):
σιταριον
IDX:
79829
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79830
Key:
Data
{'content': 'a little grain'}