Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σισυρνώδης
σισυροποιός
σισυρωτός
σίσυς
Σισυφίδης
σισυφίζω
Σίσυφος
σιταγέρτης
σιταγωγέω
σιταγωγία
σιταγωγός
σιταῖα
σιταλετικός
Σιτάλκης
σιταποδέκτης
σιταποδοχεῖον
σιταποχία
σιτάριον
σιταρκέω
σιταρκισμός
σιταρχέω
View word page
σιταγωγός
conveying grain

ShortDef

conveying grain

Debugging

Headword:
σιταγωγός
Headword (normalized):
σιταγωγός
Headword (normalized/stripped):
σιταγωγος
IDX:
79822
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79823
Key:

Data

{'content': 'conveying grain'}