Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σισυριγχίον
σίσυρνα
σισυρνοδύτης
σισυρνοφόρος
σισυρνώδης
σισυροποιός
σισυρωτός
σίσυς
Σισυφίδης
σισυφίζω
Σίσυφος
σιταγέρτης
σιταγωγέω
σιταγωγία
σιταγωγός
σιταῖα
σιταλετικός
Σιτάλκης
σιταποδέκτης
σιταποδοχεῖον
σιταποχία
View word page
Σίσυφος
the crafty.)

ShortDef

the crafty.)

Debugging

Headword:
Σίσυφος
Headword (normalized):
σίσυφος
Headword (normalized/stripped):
σισυφος
IDX:
79818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79819
Key:

Data

{'content': 'the crafty.)'}