Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σισέλεος
σισμός
σισόη
σισύμβρινος
σισύμβριον
σίσυμβρον
σισύρα
σισυριγχίον
σίσυρνα
σισυρνοδύτης
σισυρνοφόρος
σισυρνώδης
σισυροποιός
σισυρωτός
σίσυς
Σισυφίδης
σισυφίζω
Σίσυφος
σιταγέρτης
σιταγωγέω
σιταγωγία
View word page
σισυρνοφόρος
wearing a coat of skin

ShortDef

wearing a coat of skin

Debugging

Headword:
σισυρνοφόρος
Headword (normalized):
σισυρνοφόρος
Headword (normalized/stripped):
σισυρνοφορος
IDX:
79811
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79812
Key:

Data

{'content': 'wearing a coat of skin'}