Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σιρός
σίρωμα
σιρωτής
σιρωτόν
σιρώτρια
σισάριον
σίσαρον
σισέλεος
σισμός
σισόη
σισύμβρινος
σισύμβριον
σίσυμβρον
σισύρα
σισυριγχίον
σίσυρνα
σισυρνοδύτης
σισυρνοφόρος
σισυρνώδης
σισυροποιός
σισυρωτός
View word page
σισύμβρινος
of σίσυμβρον
ShortDef
of σίσυμβρον
Debugging
Headword:
σισύμβρινος
Headword (normalized):
σισύμβρινος
Headword (normalized/stripped):
σισυμβρινος
IDX:
79804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79805
Key:
Data
{'content': 'of σίσυμβρον'}