Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιπύη
σιπύηθεν
σιπυΐς
Σίπυλος
σίραιον
σίραμφος
σιρικόν
σιρικοποιός
σιρομάστης
σιρός
σίρωμα
σιρωτής
σιρωτόν
σιρώτρια
σισάριον
σίσαρον
σισέλεος
σισμός
σισόη
σισύμβρινος
σισύμβριον
View word page
σίρωμα
sediment

ShortDef

sediment

Debugging

Headword:
σίρωμα
Headword (normalized):
σίρωμα
Headword (normalized/stripped):
σιρωμα
IDX:
79795
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79796
Key:

Data

{'content': 'sediment'}