Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σίνις
σινόδους
σινόδων
σίνομαι
σινοποιός
σίνος
σινότης
σινπλαρία
σίντης
Σίντιες
Σίνων
σίνων
Σινωπεύς
Σινώπη
Σινωπίζω
Σινωπίς
σινωτικός
σίξις
σιοειδής
σιοκόμος
σίον
View word page
Σίνων
Sinon
ShortDef
Sinon
stone parsley, Sison Amomum
Debugging
Headword:
Σίνων
Headword (normalized):
σίνων
Headword (normalized/stripped):
σινων
IDX:
79769
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79770
Key:
Data
{'content': 'Sinon'}