Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σινδονυφής
σίνδρων
σινδών
σινιάζω
σινίασμα
σινίον
σίνιον
σίνις
σινόδους
σινόδων
σίνομαι
σινοποιός
σίνος
σινότης
σινπλαρία
σίντης
Σίντιες
Σίνων
σίνων
Σινωπεύς
Σινώπη
View word page
σίνομαι
to do
ShortDef
to do
Debugging
Headword:
σίνομαι
Headword (normalized):
σίνομαι
Headword (normalized/stripped):
σινομαι
IDX:
79762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79763
Key:
Data
{'content': 'to do'}