Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σιμιακόν
σιμίκιον
Σιμμίας
Σιμόεις
Σιμοεντίς
σιμοποιέω
σιμοπρόσωπος
Σῖμος
σιμός
σιμότης
σιμοτομέω
σιμοτράχηλος
Σιμουντίς
σιμόω
σιμῳδία
σιμῳδός
σίμωμα
Σίμων
Σιμωνίδης
σίμωρ
σίμωσις
View word page
σιμοτομέω
cut short off

ShortDef

cut short off

Debugging

Headword:
σιμοτομέω
Headword (normalized):
σιμοτομέω
Headword (normalized/stripped):
σιμοτομεω
IDX:
79718
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79719
Key:

Data

{'content': 'cut short off'}