Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιλφιόεις
σίλφιον
σιλφιοπώλης
σιλφιοφόρος
σιλφιόω
σιλφιωτός
σιμαίνω
σιμβλεύω
σιμβλήϊος
σίμβλιος
σίμβλος
Σιμιακόν
σιμίκιον
Σιμμίας
Σιμόεις
Σιμοεντίς
σιμοποιέω
σιμοπρόσωπος
Σῖμος
σιμός
σιμότης
View word page
σίμβλος
a beehive

ShortDef

a beehive

Debugging

Headword:
σίμβλος
Headword (normalized):
σίμβλος
Headword (normalized/stripped):
σιμβλος
IDX:
79707
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79708
Key:

Data

{'content': 'a beehive'}