Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σιλιγνοπώλιον
σιλλαίνω
σιλλικύπριον
σιλλογραφέω
σιλλογραφία
σιλλογράφος
σίλλος
σίλλυβον
σίλλυβος
σιλόδουροι
σιλουρισμός
σίλουρος
σίλφη
σιλφιόεις
σίλφιον
σιλφιοπώλης
σιλφιοφόρος
σιλφιόω
σιλφιωτός
σιμαίνω
σιμβλεύω
View word page
σιλουρισμός
eating of a σίλουρος, serving it up at table
ShortDef
eating of a σίλουρος, serving it up at table
Debugging
Headword:
σιλουρισμός
Headword (normalized):
σιλουρισμός
Headword (normalized/stripped):
σιλουρισμος
IDX:
79694
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79695
Key:
Data
{'content': 'eating of a σίλουρος, serving it up at table'}