Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Σιδονίηθεν
Σιδόνιος
Σιδονυφής
Σιδών
Σιδώνιος
σίζω
Σιθωνία
Σικανία
Σικανίη
Σικανός
σικάριος
Σικελία
Σικελίδης
Σικελίζω
Σικελικός
Σικελιώτης
Σίκελλα
Σικελός
σίκερα
σικερίτης
σίκη
View word page
σικάριος
an assassin (Latin sicarius)
ShortDef
an assassin (Latin sicarius)
Debugging
Headword:
σικάριος
Headword (normalized):
σικάριος
Headword (normalized/stripped):
σικαριος
IDX:
79635
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79636
Key:
Data
{'content': 'an assassin (Latin sicarius)'}