Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιδηροπώλης
σίδηρος
σιδηρόσπαρτος
σιδηροσφαγία
σιδηροτέκτων
σιδηρότευκτος
σιδηροτόκος
σιδηροτομέω
σιδηρότροχος
σιδηροτρύπανον
σιδηρότρωτος
σιδηρουργεῖον
σιδηρουργία
σιδηρουργός
σιδηροφάγος
σιδηροφορέω
σιδηροφόρος
σιδηρόφρων
σιδηροφυής
σιδηροχαλκεύς
σιδηρόχαλκος
View word page
σιδηρότρωτος
wounded with iron

ShortDef

wounded with iron

Debugging

Headword:
σιδηρότρωτος
Headword (normalized):
σιδηρότρωτος
Headword (normalized/stripped):
σιδηροτρωτος
IDX:
79600
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79601
Key:

Data

{'content': 'wounded with iron'}