Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀγροικία
ἀγροικίζομαι
ἀγροικικός
ἀγροικοπυρρώνειος
ἄγροικος
ἀγροικόσοφος
ἀγροικώδης
ἀγροιώτης
ἀγρόκηπος
ἀγροκόμος
ἀγρολέτειρα
ἀγρομενής
ἀγρόνδε
ἀγρόνομος
ἀγρονόμος
ἀγροπόνος
ἀγρός
Ἀγροτέρα
ἀγρότερος
ἀγροτήρ
ἀγρότης
View word page
ἀγρολέτειρα
waster of land
ShortDef
waster of land
Debugging
Headword:
ἀγρολέτειρα
Headword (normalized):
ἀγρολέτειρα
Headword (normalized/stripped):
αγρολετειρα
IDX:
795
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-796
Key:
Data
{'content': 'waster of land'}