Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σιδηροπλύτης
σιδηροποίκιλος
σιδηρόπους
σιδηρόπτερος
σιδηροπώλης
σίδηρος
σιδηρόσπαρτος
σιδηροσφαγία
σιδηροτέκτων
σιδηρότευκτος
σιδηροτόκος
σιδηροτομέω
σιδηρότροχος
σιδηροτρύπανον
σιδηρότρωτος
σιδηρουργεῖον
σιδηρουργία
σιδηρουργός
σιδηροφάγος
σιδηροφορέω
σιδηροφόρος
View word page
σιδηροτόκος
producing iron
ShortDef
producing iron
Debugging
Headword:
σιδηροτόκος
Headword (normalized):
σιδηροτόκος
Headword (normalized/stripped):
σιδηροτοκος
IDX:
79596
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79597
Key:
Data
{'content': 'producing iron'}