Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σιδηρίζω
σιδήριον
σιδηρίσκος
σιδηρίτης
σιδηροβασταγή
σιδηρόβαφος
σιδηροβόλιον
σιδηροβόρος
σιδηροβριθής
σιδηροβρώς
σιδηροδάκτυλος
σιδηροδέσμος
σιδηροδετέω
σιδηρόδετος
σιδηροθήκη
σιδηροθώραξ
σιδηροκατάδικος
σιδηροκμής
σιδηροκόλεος
σιδηροκόντρα
σιδηρόκωπος
View word page
σιδηροδάκτυλος
iron-fingered

ShortDef

iron-fingered

Debugging

Headword:
σιδηροδάκτυλος
Headword (normalized):
σιδηροδάκτυλος
Headword (normalized/stripped):
σιδηροδακτυλος
IDX:
79568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79569
Key:

Data

{'content': 'iron-fingered'}