Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σιδηρεύς
σιδηρεύω
σιδηρίζω
σιδήριον
σιδηρίσκος
σιδηρίτης
σιδηροβασταγή
σιδηρόβαφος
σιδηροβόλιον
σιδηροβόρος
σιδηροβριθής
σιδηροβρώς
σιδηροδάκτυλος
σιδηροδέσμος
σιδηροδετέω
σιδηρόδετος
σιδηροθήκη
σιδηροθώραξ
σιδηροκατάδικος
σιδηροκμής
σιδηροκόλεος
View word page
σιδηροβριθής
ironloaded
ShortDef
ironloaded
Debugging
Headword:
σιδηροβριθής
Headword (normalized):
σιδηροβριθής
Headword (normalized/stripped):
σιδηροβριθης
IDX:
79566
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79567
Key:
Data
{'content': 'ironloaded'}