Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σιγλοφόρος
σίγμα
σῖγμα
σιγματίζω
σιγματοειδής
σιγμοειδής
σιγμός
σίγνον
σιγνοφόρος
σίγραι
σιγύνης
σιδάρεος
σιδαρίτας
σίδαρος
σιδαροχάρμας
σίδειος
σιδεύνης
σίδη
σιδηραγωγός
σιδηρεία
σιδηρεῖα
View word page
σιγύνης
a spear
ShortDef
a spear
Debugging
Headword:
σιγύνης
Headword (normalized):
σιγύνης
Headword (normalized/stripped):
σιγυνης
IDX:
79543
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79544
Key:
Data
{'content': 'a spear'}