Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σίγλος
σιγλοφόρος
σίγμα
σῖγμα
σιγματίζω
σιγματοειδής
σιγμοειδής
σιγμός
σίγνον
σιγνοφόρος
σίγραι
σιγύνης
σιδάρεος
σιδαρίτας
σίδαρος
σιδαροχάρμας
σίδειος
σιδεύνης
σίδη
σιδηραγωγός
σιδηρεία
View word page
σίγραι
wild swine

ShortDef

wild swine

Debugging

Headword:
σίγραι
Headword (normalized):
σίγραι
Headword (normalized/stripped):
σιγραι
IDX:
79542
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79543
Key:

Data

{'content': 'wild swine'}