Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σηραγγώδης
σῆραγξ
σηρικάριος
σηρικοδιαστής
σηρικός
σής
σησαμαῖος
σησαμεία
σησαμεύω
σησαμῆ
σησάμη
σησαμικός
σησάμινος
σησαμίτης
σησαμοειδής
σησαμόεις
σήσαμον
σησαμόπαστος
σησαμοπώλης
Σήσαμος
σησαμότυρον
View word page
σησάμη
sesame
ShortDef
sesame
Debugging
Headword:
σησάμη
Headword (normalized):
σησάμη
Headword (normalized/stripped):
σησαμη
IDX:
79444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79445
Key:
Data
{'content': 'sesame'}