Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σήπω
σήπων
σήρ
Σήρ
σηραγγόομαι
σηραγγώδης
σῆραγξ
σηρικάριος
σηρικοδιαστής
σηρικός
σής
σησαμαῖος
σησαμεία
σησαμεύω
σησαμῆ
σησάμη
σησαμικός
σησάμινος
σησαμίτης
σησαμοειδής
σησαμόεις
View word page
σής
a moth
ShortDef
a moth
Debugging
Headword:
σής
Headword (normalized):
σής
Headword (normalized/stripped):
σης
IDX:
79439
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79440
Key:
Data
{'content': 'a moth'}