Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σήμαντρον
σημάντωρ
σημασία
σηματόεις
σηματοποικίλος
σηματουργός
σημεία
σημειογράφος
σημεῖον
σημειοσκόπος
σημειοσκοποῦμαι
σημειοφόρος
σημειόω
σημειώδης
σημείωμα
σημείωσις
σημειωτέος
σημειωτικός
σημειωτός
σημερινός
σήμερον
View word page
σημειοσκοποῦμαι
divine

ShortDef

divine

Debugging

Headword:
σημειοσκοποῦμαι
Headword (normalized):
σημειοσκοποῦμαι
Headword (normalized/stripped):
σημειοσκοπουμαι
IDX:
79405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79406
Key:

Data

{'content': 'divine'}