Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σέρριον
Σερτώριος
σέρφος
σέσελις
σέσηρα
σεσηρότως
σέσιλος
σεσοβημένως
σεσοφισμένως
σεσσιών
σεσωφρονισμένως
Σευήρεια
Σεύθης
Σευίδαι
σεύομαι
σευτλομόλοχον
σεύω
σήθω
σῆκα
σηκάζω
σήκαλιν
View word page
σεσωφρονισμένως
temperately

ShortDef

temperately

Debugging

Headword:
σεσωφρονισμένως
Headword (normalized):
σεσωφρονισμένως
Headword (normalized/stripped):
σεσωφρονισμενως
IDX:
79357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79358
Key:

Data

{'content': 'temperately'}