Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σεληνοτρόπιον
σεληνόφως
σελιδηφάγος
σελίδιον
σελίδωμα
σελινᾶτον
σελίνινος
σελινίτης
σελινοειδής
σέλινον
σελινόσπερμον
Σελινούντιος
Σελινοῦς
σελινούσιος
Σελινούσιος
σελινοφόρος
σελίς
σέλλα
Σελλασία
σελλάστρωσις
Σελλήεις
View word page
σελινόσπερμον
celery seed
ShortDef
celery seed
Debugging
Headword:
σελινόσπερμον
Headword (normalized):
σελινόσπερμον
Headword (normalized/stripped):
σελινοσπερμον
IDX:
79281
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79282
Key:
Data
{'content': 'celery seed'}