Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σεληνοειδής
σεληνοτρόπιον
σεληνόφως
σελιδηφάγος
σελίδιον
σελίδωμα
σελινᾶτον
σελίνινος
σελινίτης
σελινοειδής
σέλινον
σελινόσπερμον
Σελινούντιος
Σελινοῦς
σελινούσιος
Σελινούσιος
σελινοφόρος
σελίς
σέλλα
Σελλασία
σελλάστρωσις
View word page
σέλινον
parsley
ShortDef
parsley
Debugging
Headword:
σέλινον
Headword (normalized):
σέλινον
Headword (normalized/stripped):
σελινον
IDX:
79280
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79281
Key:
Data
{'content': 'parsley'}