Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σεληναῖος
σεληνάριον
σελήνη
σεληνιάζομαι
σεληνιακός
σεληνιασμός
σεληνιεῖα
σελήνιον
σεληνίς
σεληνίσκος
σεληνίτης
σεληνόβλητος
σεληνόγονος
σεληνοειδής
σεληνοτρόπιον
σεληνόφως
σελιδηφάγος
σελίδιον
σελίδωμα
σελινᾶτον
σελίνινος
View word page
σεληνίτης
moon
ShortDef
moon
Debugging
Headword:
σεληνίτης
Headword (normalized):
σεληνίτης
Headword (normalized/stripped):
σεληνιτης
IDX:
79267
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79268
Key:
Data
{'content': 'moon'}