Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σειρεόω
σειρέω
σειρή
Σειρήν
σειρήν
Σειρήνειος
σειριάζω
σειρίασις
σειριάω
σείρινα
σειριόεις
σειριόκαυτος
Σείριος
σείριος
σειρίς
Σειρῖτις
σειρομάστιξ
σειρόω
σείρωσις
σειρωτός
σεισάχθεια
View word page
σειριόεις
scorching
ShortDef
scorching
Debugging
Headword:
σειριόεις
Headword (normalized):
σειριόεις
Headword (normalized/stripped):
σειριοεις
IDX:
79200
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79201
Key:
Data
{'content': 'scorching'}