Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σειραφόρος
σειράω
σειρεόω
σειρέω
σειρή
Σειρήν
σειρήν
Σειρήνειος
σειριάζω
σειρίασις
σειριάω
σείρινα
σειριόεις
σειριόκαυτος
Σείριος
σείριος
σειρίς
Σειρῖτις
σειρομάστιξ
σειρόω
σείρωσις
View word page
σειριάω
to be hot and scorching

ShortDef

to be hot and scorching

Debugging

Headword:
σειριάω
Headword (normalized):
σειριάω
Headword (normalized/stripped):
σειριαω
IDX:
79198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79199
Key:

Data

{'content': 'to be hot and scorching'}