Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σειραῖος
σειραφόρος
σειράω
σειρεόω
σειρέω
σειρή
Σειρήν
σειρήν
Σειρήνειος
σειριάζω
σειρίασις
σειριάω
σείρινα
σειριόεις
σειριόκαυτος
Σείριος
σείριος
σειρίς
Σειρῖτις
σειρομάστιξ
σειρόω
View word page
σειρίασις
heat-stroke

ShortDef

heat-stroke

Debugging

Headword:
σειρίασις
Headword (normalized):
σειρίασις
Headword (normalized/stripped):
σειριασις
IDX:
79197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79198
Key:

Data

{'content': 'heat-stroke'}