Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σειληνός
σειληνώδης
σεῖν
σείνιοι
σειρά
σειραγωγεύς
σειράζω
σειραίνω
σειραῖος
σειραφόρος
σειράω
σειρεόω
σειρέω
σειρή
Σειρήν
σειρήν
Σειρήνειος
σειριάζω
σειρίασις
σειριάω
σείρινα
View word page
σειράω
bind

ShortDef

bind

Debugging

Headword:
σειράω
Headword (normalized):
σειράω
Headword (normalized/stripped):
σειραω
IDX:
79189
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79190
Key:

Data

{'content': 'bind'}