Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σβέσις
σβεστήρ
σβεστήριος
σβεστός
σγάλη
σγουρός
σεαυτοῦ
σεβάζομαι
σέβας
σέβασις
σέβασμα
σεβάσμιος
σεβασμός
Σεβαστεῖον
σεβαστικός
Σεβάστιος
Σεβαστόγνωστος
Σεβαστοδώρητος
Σεβαστοκρατέω
σεβαστοκράτωρ
Σεβαστονείκης
View word page
σέβασμα
an object of awe
ShortDef
an object of awe
Debugging
Headword:
σέβασμα
Headword (normalized):
σέβασμα
Headword (normalized/stripped):
σεβασμα
IDX:
79149
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79150
Key:
Data
{'content': 'an object of awe'}