Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σάτρα
σατραπεία
Σατραπεῖοι
σατραπεῖον
σατραπεύω
σατράπης
σατραπικός
Σάτρικον
σάττα
σάττω
σατυριακή
σατυρίασις
σατυριάω
Σατυρικός
σατύριον
Σατυριστής
σατυρογράφος
Σάτυρος
Σατυρόφηρ
Σατυρώδης
σαυκός
View word page
σατυριακή
antidote
ShortDef
antidote
Debugging
Headword:
σατυριακή
Headword (normalized):
σατυριακή
Headword (normalized/stripped):
σατυριακη
IDX:
79087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79088
Key:
Data
{'content': 'antidote'}