Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σαρκολιπής
σαρκόμφαλον
σαρκοπαγής
σαρκοποιέω
σαρκοποιία
σαρκοποιός
σαρκόπτερος
σαρκόπυον
σαρκοπυώδης
σαρκόρριζος
σαρκοτακής
σαρκοτοκέομαι
σαρκοτυπής
σαρκοφαγέω
σαρκοφαγία
σαρκοφάγος
σαρκοφανής
σαρκοφθόρος
σαρκοφυέω
σαρκοφυΐα
σαρκόφυλλος
View word page
σαρκοτακής
wasting the flesh

ShortDef

wasting the flesh

Debugging

Headword:
σαρκοτακής
Headword (normalized):
σαρκοτακής
Headword (normalized/stripped):
σαρκοτακης
IDX:
79035
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79036
Key:

Data

{'content': 'wasting the flesh'}