Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σάρδιος
σαρδισμός
σαρδόνιον
σαρδόνυξ
Σαρδώ
σαρδών
σάρι
σάρισα
σαρισοφόρος
σαρκάζω
σαρκασμοπιτυοκάμπτης
σαρκασμός
σάρκειος
σαρκελάφεια
σαρκήρης
σαρκίδιον
σαρκίζω
σαρκικός
σάρκινος
σαρκίον
σαρκίς
View word page
σαρκασμοπιτυοκάμπτης
sneering-pinebender

ShortDef

sneering-pinebender

Debugging

Headword:
σαρκασμοπιτυοκάμπτης
Headword (normalized):
σαρκασμοπιτυοκάμπτης
Headword (normalized/stripped):
σαρκασμοπιτυοκαμπτης
IDX:
79002
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-79003
Key:

Data

{'content': 'sneering-pinebender'}