Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σαρδάνιον
σαρδάνιος
Σάρδεις
σάρδης
Σαρδιανός
σαρδίνη
σάρδιον
σάρδιος
σαρδισμός
σαρδόνιον
σαρδόνυξ
Σαρδώ
σαρδών
σάρι
σάρισα
σαρισοφόρος
σαρκάζω
σαρκασμοπιτυοκάμπτης
σαρκασμός
σάρκειος
σαρκελάφεια
View word page
σαρδόνυξ
the sardonyx
ShortDef
the sardonyx
Debugging
Headword:
σαρδόνυξ
Headword (normalized):
σαρδόνυξ
Headword (normalized/stripped):
σαρδονυξ
IDX:
78995
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78996
Key:
Data
{'content': 'the sardonyx'}