Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σάραπις
σαράπους
σάργαλος
σαργάνη
σαργός
σαρδάνιον
σαρδάνιος
Σάρδεις
σάρδης
Σαρδιανός
σαρδίνη
σάρδιον
σάρδιος
σαρδισμός
σαρδόνιον
σαρδόνυξ
Σαρδώ
σαρδών
σάρι
σάρισα
σαρισοφόρος
View word page
σαρδίνη
pilchard

ShortDef

pilchard

Debugging

Headword:
σαρδίνη
Headword (normalized):
σαρδίνη
Headword (normalized/stripped):
σαρδινη
IDX:
78990
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78991
Key:

Data

{'content': 'pilchard'}