Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Σαράγγαι
Σαράγγης
σάραξ
σάραξ2
Σαραπιακός
Σαραπιεῖον
σάραπις
Σάραπις
σαράπους
σάργαλος
σαργάνη
σαργός
σαρδάνιον
σαρδάνιος
Σάρδεις
σάρδης
Σαρδιανός
σαρδίνη
σάρδιον
σάρδιος
σαρδισμός
View word page
σαργάνη
a plait, braid

ShortDef

a plait, braid

Debugging

Headword:
σαργάνη
Headword (normalized):
σαργάνη
Headword (normalized/stripped):
σαργανη
IDX:
78983
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78984
Key:

Data

{'content': 'a plait, braid'}