Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σανδαρακίζω
σανδαράκινος
σανδαρακουργεῖον
σανδαρακούργιον
σανδύκινος
σάνδυξ
σανδών
σανίδιον
σανιδόω
σανιδώδης
σανίδωμα
σανιδωτός
σανίς
σανίσκη
σαννάκιον
σάννας
σάννιον
σαννίων
σαννυρίζω
σαντονικόν
σάξις
View word page
σανίδωμα
a planking, framework

ShortDef

a planking, framework

Debugging

Headword:
σανίδωμα
Headword (normalized):
σανίδωμα
Headword (normalized/stripped):
σανιδωμα
IDX:
78934
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78935
Key:

Data

{'content': 'a planking, framework'}