Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σαλκᾶ
Σάλμοξις
Σαλμυδήσσιος
Σαλμυδησσός
Σαλμωνεύς
Σαλμωνίς
σαλόομαι
σαλός
σάλος
Σάλουιος
Σαλούστιος
σάλπη
σαλπίγγιον
σαλπιγγοειδής
σαλπιγγολογχυπηνάδαι
σαλπιγγωτός
σαλπιγκτής
σάλπιγξ
σαλπίζω
σάλπισμα
σαλπιστικός
View word page
Σαλούστιος
Sallustius, Sallust

ShortDef

Sallustius, Sallust

Debugging

Headword:
Σαλούστιος
Headword (normalized):
σαλούστιος
Headword (normalized/stripped):
σαλουστιος
IDX:
78873
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78874
Key:

Data

{'content': 'Sallustius, Sallust'}