Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνισοσθενής
ἀνισοσκελής
ἀνισόστροφος
ἀνισοταχής
ἀνισότης
ἀνισοτοιχέω
ἀνισότονος
ἀνισουψής
ἀνισόχρονος
ἀνισόω
ἀνίσταμι
ἀνίστημι
ἀνιστορέω
ἀνιστορησία
ἀνιστόρητος
ἀνίσχιος
ἀνίσχυρος
ἀνισχυρότης
ἄνισχυς
ἀνίσωσις
ἀνισωτέον
View word page
ἀνίσταμι
set up, appoint

ShortDef

set up, appoint

Debugging

Headword:
ἀνίσταμι
Headword (normalized):
ἀνίσταμι
Headword (normalized/stripped):
ανισταμι
IDX:
7885
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7886
Key:

Data

{'content': 'set up, appoint'}