Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σάκκινος
σακκίον
σακκογενειοτρόφος
σακκοπήρα
σακκοπλόκος
σακκοράφιον
σάκκος
σακκοϋφάντης
σακκοφορέω
σακκοφορικός
σακκοφόρος
σακκώνυμος
σακνός
σακοδερμηστής
σάκος
σάκουτος
σάκρα
σάκτας
σάκτας2
σακτήρ
σακτός
View word page
σακκοφόρος
wearing coarse hair-cloth
ShortDef
wearing coarse hair-cloth
Debugging
Headword:
σακκοφόρος
Headword (normalized):
σακκοφόρος
Headword (normalized/stripped):
σακκοφορος
IDX:
78823
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78824
Key:
Data
{'content': 'wearing coarse hair-cloth'}