Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σακκηγία
σακκηγός
σακκίας
σάκκινος
σακκίον
σακκογενειοτρόφος
σακκοπήρα
σακκοπλόκος
σακκοράφιον
σάκκος
σακκοϋφάντης
σακκοφορέω
σακκοφορικός
σακκοφόρος
σακκώνυμος
σακνός
σακοδερμηστής
σάκος
σάκουτος
σάκρα
σάκτας
View word page
σακκοϋφάντης
saccarius

ShortDef

saccarius

Debugging

Headword:
σακκοϋφάντης
Headword (normalized):
σακκοϋφάντης
Headword (normalized/stripped):
σακκουφαντης
IDX:
78820
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78821
Key:

Data

{'content': 'saccarius'}