Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνισόπλευρος
ἀνισοπληθής
ἀνισόρροπος
ἄνισος
ἀνισοσθενής
ἀνισοσκελής
ἀνισόστροφος
ἀνισοταχής
ἀνισότης
ἀνισοτοιχέω
ἀνισότονος
ἀνισουψής
ἀνισόχρονος
ἀνισόω
ἀνίσταμι
ἀνίστημι
ἀνιστορέω
ἀνιστορησία
ἀνιστόρητος
ἀνίσχιος
ἀνίσχυρος
View word page
ἀνισότονος
unequally stretched

ShortDef

unequally stretched

Debugging

Headword:
ἀνισότονος
Headword (normalized):
ἀνισότονος
Headword (normalized/stripped):
ανισοτονος
IDX:
7881
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7882
Key:

Data

{'content': 'unequally stretched'}