Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σάκελλος
σακέσπαλος
σακεσφόρος
σακεύω
σακκᾶς
σακκηγέω
σακκηγία
σακκηγός
σακκίας
σάκκινος
σακκίον
σακκογενειοτρόφος
σακκοπήρα
σακκοπλόκος
σακκοράφιον
σάκκος
σακκοϋφάντης
σακκοφορέω
σακκοφορικός
σακκοφόρος
σακκώνυμος
View word page
σακκίον
a small bag

ShortDef

a small bag

Debugging

Headword:
σακκίον
Headword (normalized):
σακκίον
Headword (normalized/stripped):
σακκιον
IDX:
78814
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78815
Key:

Data

{'content': 'a small bag'}