Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σαγηνευτής
σαγηνεύω
σαγήνη
σαγηνοβόλος
σαγηνόδετος
σαγηφορέω
σαγίς
σάγμα
σαγματᾶς
σαγματογήνη
σαγματοποιός
σαγματοράπτης
σαγολαίφεα
σάγος
Σάγρα
Σαδδουκαῖοι
Σαδυάττης
σαθέριον
σάθη
σαθρός
σαθρότης
View word page
σαγματοποιός
saddler

ShortDef

saddler

Debugging

Headword:
σαγματοποιός
Headword (normalized):
σαγματοποιός
Headword (normalized/stripped):
σαγματοποιος
IDX:
78777
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78778
Key:

Data

{'content': 'saddler'}