Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνισόμετρος
ἀνισομήκης
ἀνισοπαχέω
ἀνισοπαχής
ἀνισοπλατής
ἀνισόπλευρος
ἀνισοπληθής
ἀνισόρροπος
ἄνισος
ἀνισοσθενής
ἀνισοσκελής
ἀνισόστροφος
ἀνισοταχής
ἀνισότης
ἀνισοτοιχέω
ἀνισότονος
ἀνισουψής
ἀνισόχρονος
ἀνισόω
ἀνίσταμι
ἀνίστημι
View word page
ἀνισοσκελής
with uneven legs

ShortDef

with uneven legs

Debugging

Headword:
ἀνισοσκελής
Headword (normalized):
ἀνισοσκελής
Headword (normalized/stripped):
ανισοσκελης
IDX:
7876
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7877
Key:

Data

{'content': 'with uneven legs'}