Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ῥυποκόνδυλος
ῥύπον
ῥύπος
ῥυποφορέω
ῥυπόω
ῥυππαπαί
ῥυππαπαῖ
ῥύπτειρα
ῥυπτικός
ῥύπτω
ῥυπώδης
ῥυσαίνομαι
ῥυσαλέος
ῥυσή
ῥύσημα
ῥυσιάζω
ῥυσίβωμος
ῥυσίδιφρος
ῥύσιον
ῥύσιος
ῥυσίπολις
View word page
ῥυπώδης
filthy, dirty
ShortDef
filthy, dirty
Debugging
Headword:
ῥυπώδης
Headword (normalized):
ῥυπώδης
Headword (normalized/stripped):
ρυπωδης
IDX:
78624
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78625
Key:
Data
{'content': 'filthy, dirty'}