Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥυπαροκέραμος
ῥυπαρομέλας
ῥυπαρός
ῥυπαροφάγος
ῥυπαροφόρος
ῥύπασμα
ῥυπάω
ῥυπέλαιον
ῥυποκιβδοτόκων
ῥυποκόνδυλος
ῥύπον
ῥύπος
ῥυποφορέω
ῥυπόω
ῥυππαπαί
ῥυππαπαῖ
ῥύπτειρα
ῥυπτικός
ῥύπτω
ῥυπώδης
ῥυσαίνομαι
View word page
ῥύπον
whey

ShortDef

whey

Debugging

Headword:
ῥύπον
Headword (normalized):
ῥύπον
Headword (normalized/stripped):
ρυπον
IDX:
78615
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78616
Key:

Data

{'content': 'whey'}