Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ῥουτίλιος
Ῥοῦφος
ῥοφέω
ῥόφημα
ῥοφηματώδης
ῥόφησις
ῥοφητικός
ῥοφητός
ῥόχανον
ῥοχθέω
ῥόχθος
ῥοώδης
ῥοώδης2
ῥοών
ῥυά
ῥυαδικός
ῥυακώδης
ῥύαξ
ῥυάς
ῥυάχετος
ῥύγχαινα
View word page
ῥόχθος
a roaring
ShortDef
a roaring
Debugging
Headword:
ῥόχθος
Headword (normalized):
ῥόχθος
Headword (normalized/stripped):
ροχθος
IDX:
78549
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78550
Key:
Data
{'content': 'a roaring'}