Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥομβοτετράγωνον
ῥομβόω
ῥομβωτός
ῥόμιξα
ῥόμος
ῥομφαία
ῥοόκοκκα
ῥόος
ῥοπαλικός
ῥοπάλιον
ῥοπαλισμός
ῥοπαλοειδής
ῥόπαλον
ῥοπαλοφόρος
ῥοπαλωτός
ῥοπή
ῥοπικός
ῥόπτον
ῥόπτρον
ῥοσᾶτον
ῥούα
View word page
ῥοπαλισμός
priapism

ShortDef

priapism

Debugging

Headword:
ῥοπαλισμός
Headword (normalized):
ῥοπαλισμός
Headword (normalized/stripped):
ροπαλισμος
IDX:
78522
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78523
Key:

Data

{'content': 'priapism'}